
γραφει ο αρισταρχος
…διψάσαμε το μεσημέρι
μα το νερό γλυφό …
Έβαλε το κλειδί στην εξώπορτα και την άνοιξε. Όλη η οικογένεια μαζεμένη τον περίμενε για το μεσημεριανό φαγητό. Η όμορφη γυναίκα του και τα δυό του παιδιά. Η Ειρήνη δέκα πέντε χρονών κι ο Βασιλάκης στα δώδεκα, απόφοιτος του Δημοτικού. Τους χαιρέτησε όλους με την σειρά και αφού άλλαξε κάθισε στο στρωμένο τραπέζι.
-Να κάνουμε τον σταυρό μας πρώτα, είπε ζωηρά.
Τα παιδιά και η γυναίκα κοιτάχτηκαν μεταξύ τους. Δεν ξαναέγινε αυτό ποτέ. Προσευχή πριν το τραπέζι; Κάτι άλλαξε στον πατέρα και δεν πέρασε έτσι. Εν τάξει Χριστιανικό σπίτι είναι, αλλά αυτό με την προσευχή τους φάνηκε λίγο τραβηγμένο. Όχι ότι ήταν τίποτε κακό αλλά να, δεν είχε ξαναγίνει.